Δίκαιο και καλό για κάθε πόλη είναι ό,τι εκείνη νομίζει δίκαιο και καλό για τον εαυτό της, και για όσο χρονικό διάστημα η ίδια το νομίζει.

Πρωταγόρας

Λόγω της απώλειας του συγγραφικού έργου του Πρωταγόρα, αυτή η θέση του έρχεται σ’ εμάς ως απόφθεγμα. [Πλάτων, Θεαίτητος 167 c: ἐπεὶ οἷά γ’ ἂν ἑκάστῃ πόλει δίκαια καὶ καλὰ δοκῇ, ταῦτα καὶ εἶναι αὐτῇ, ἕως ἂν αὐτὰ νομίζῃ.] Έστω κι έτσι, όμως, χωρίς δηλαδή να συνοδεύεται από τις σκέψεις που οδήγησαν τον επιφανή σοφιστή στην παραδοχή της, εκφράζει ιδανικά το πιο θεμελιώδες αίτημα του κλασικού πολιτισμού: το αίτημα του αυτοκαθορισμού της πολιτικής κοινότητας.

Γνωρίζουμε ότι ο Πρωταγόρας δίδασκε κατά τη χρονική περίοδο της λαμπρᾶς πεντηκονταετίας στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις νέους που είχαν σκοπό να αναμιχθούν στην πολιτική. Αντικείμενα της διδασκαλίας του ήταν η εὐβουλία (σύνεση) και η ρητορική. Με τούτα τα εφόδια οι μαθητές του γίνονταν ικανοί να υποδεικνύουν στα πολιτικά όργανα – στην Εκκλησία του δήμου στην Αθήνα – τη λήψη αποφάσεων λυσιτελών για το συμφέρον της πόλεως. Αλλά δεν γνωρίζουμε αν και σε ποιο βαθμό προετοίμαζε τους μαθητές του για την αντιμετώπιση ακραία δυσχερών περιστάσεων, κατά τις οποίες ως συμφέρον της πόλεως ήταν ενδεχόμενο να προταθούν σοβαρές παραχωρήσεις κυριαρχίας. Εάν συνέβαινε τούτο, το πιθανότερο είναι ότι θα κατέφευγε στη θεωρητική σύλληψη των ἀντιλογιῶν, στην οποία βάσιζε τη διδασκαλία της ρητορικής: παντὶ λόγῳ λόγον ἀντικεῖσθαι (για κάθε επιχείρημα υπάρχει αντίθετο επιχείρημα)‧ δεχόμενος έτσι ευθαρσώς, ως έντιμο πνεύμα, ότι η εὐβουλία δεν διδάσκεται πάντοτε με θέσεις ειλημμένες a priori. Πάντως, στην Αθήνα της εποχής του Περικλή και του Πρωταγόρα προβληματισμοί αυτού του είδους μόνο θεωρητικό ενδιαφέρον ήταν δυνατόν να έχουν για τους νέους και γενικότερα. Γιατί το αίτημα του αυτοκαθορισμού της πόλεως που ηγεμόνευε είχε τότε τη δύναμη να αναχθεί σε αναντίρρητο δόγμα. Απώλεσε οριστικά αυτή τη δύναμη κατά το τελευταίο στάδιο του Πελοποννησιακού πολέμου, για να γίνει ακόμη αργότερα (την εποχή του Δημοσθένη) αντικείμενο μιας ἐριστικῆς ρητορικής και, τελικά, να πάψει να υφίσταται (από τους ελληνιστικούς χρόνους και ύστερα).

Η Ελληνική Δημοκρατία της εποχής μας δεν είναι αρκούντως ισχυρή, ώστε να διεκδικεί ιστορική αναλογία με την Αθήνα της λαμπρᾶς πεντηκονταετίας. Ουδέ καν αναλογία με την Αθήνα της εποχής του Δημοσθένη διεκδικεί. Διακηρύσσει, όμως, τον αυτοκαθορισμό της γενικώς στο Σύνταγμα και ειδικώς στο άρθρο 110, το οποίο ορίζει τη συνταγματική αναθεώρηση ως έργο αποκλειστικά της Αναθεωρητικής Βουλής με αυστηρά τυπική διαδικασία. Η παράκαμψη αυτής της αρμοδιότητας και διαδικασίας είναι ήδη τετελεσμένη με τη θέση σε ισχύ του ν. 5094/2024 (περί ιδιωτικών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων) πριν από την αναθεώρηση των ευκρινών απαγορευτικών διατάξεων του άρθρου 16 του Συντάγματος, για την οποία ουδείς είναι σε θέση να προβλέψει αν και πότε θα υπάρξει. Τα νομοθετικά όργανα, Βουλή και Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ανέλαβαν την ευθύνη έναντι της νεοελληνικής ιστορίας. Ακολουθώντας υποδείξεις συμφέροντος – την άμεση της Κυβέρνησης και την έμμεση οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και έχοντας τη ρητή ενθάρρυνση μέρους της επιστημονικής κοινότητας (μαζί με την απάθεια ή/και τη συναίνεση της πλειονότητας της κοινωνίας) εγκατέλειψαν το αίτημα του αυτοκαθορισμού. Από το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο έφερε την υπόθεση ένα άλλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας που εξακολουθεί να ανθίσταται, περιμένουν τώρα να γράψει το ἐπιμύθιον.

 

+ posts

Ο Κωνσταντίνος Αλ. Πισπιρίγκος είναι Σύμβουλος της Επικρατείας ε.τ. Διετέλεσε μέλος του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 86 του Συντάγματος (2015), πρόεδρος της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Διαιτησίας επί των συλλογικών διαφορών εργασίας (2015) και της Επιτροπής εξέτασης των αιτημάτων των αντιρρησιών συνείδησης (1998 -1999), απεσταλμένος του Συμβουλίου της Ευρώπης (Venice Commission) στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αρμενίας για συνεργασία κατά την εκδίκαση εκλογικών ενστάσεων (1999), μέλος της Επιτροπής Σύνταξης του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (1998) και της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής (1996 -1997). Δίδαξε στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών «Δικονομία της αιτήσεως ακυρώσεως» (2009 -2014). Στον τρίτο διεθνή πανεπιστημιακό διαγωνισμό εικονικής δίκης Ρωμαϊκού Δικαίου (3rd International Roman Law Moot Court Competition) διηύθυνε τη διαδικασία της τελικής αναμέτρησης (27.3.2010). Παλαιότερες νομικές μελέτες του δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά «Το Σύνταγμα» και «Ισοπολιτεία». Οι πιο πρόσφατες, οι οποίες συνδέονται με τα ζητήματα της οικονομικής κρίσης (PSI και Ιδιωτικοποιήσεις μέσω ΤΑΙΠΕΔ) που χειρίσθηκε στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανακοινώθηκαν σε επιστημονικές εκδηλώσεις και δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά «Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου» και «Θεωρία & Πράξη Διοικητικού Δικαίου». Από τις Εκδόσεις Σάκκουλα Α.Ε. (Αθήνα – Θεσσαλονίκη) κυκλοφορούν τα δοκίμιά του «Αντιλήψεις αρχαίων Ελλήνων για τη δικαιοσύνη» (2018) και «Δίκαιο και Πολιτική στις δημηγορίες του Θουκυδίδη» (2020).

Μετάβαση στο περιεχόμενο