«Ο τύραννος και η ηγεμονία δεν απορρίπτουν κάτι ως παράλογο αν το θεωρούν συμφέρον, δεν αναγνωρίζουν κάποιον ως συγγενή αν τον κρίνουν αναξιόπιστο. Πρέπει να τους εξετάζουν όλους ως φίλους ή εχθρούς ανάλογα με την περίσταση»
[ἀνδρὶ δὲ τυράννῳ ἢ πόλει ἀρχὴν ἐχούσῃ οὐδὲν ἄλογον ὅτι ξυμφέρον οὐδ᾽ οἰκεῖον ὅτι μὴ πιστόν· πρὸς ἕκαστα δὲ δεῖ ἢ ἐχθρὸν ἢ φίλον μετὰ καιροῦ γίγνεσθαι.]
Θουκυδίδης (6,85,1)
Η μετεξέλιξη υγιών διεθνών – διακρατικών σχέσεων σε δυναστικό imperium δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Στη διπλωματία εκδηλώνεται με τη γλώσσα της ωμότητας, όπως στην προτελευταία δημηγορία του έκτου βιβλίου της Ιστορίας του Θουκυδίδη (6,82-87). Εδώ ως ομιλητής φέρεται ο Εύφημος, άγνωστο πρόσωπο, ενδεχομένως ανύπαρκτο, μια λογοτεχνική απάτη. Αλλά δικαία ἀπάτη, αν αξιολογηθεί ως μέσο πρόσφορο για να αποδοθεί με τη δοκιμιακή ρητορική του ίδιου του ιστορικού η φυσιογνωμία του Αθηναϊκού ιμπεριαλισμού της περιόδου που τερματίζεται με την καταστροφή του εκστρατευτικού σώματος που εστάλη στη Σικελία. Αν και δεν συμπεριλαμβάνεται στα αγαπημένα θέματα των σχολιαστών του Θουκυδίδη (όπως λ.χ. ο διάλογος της Μήλου) η δημηγορία του Εύφημου είναι αριστούργημα πολιτικής ανάλυσης και η επικαιρότητα –η εξωτερική πολιτική του νέου πλανητάρχη– συνηγορεί για την υπόμνηση ορισμένων χωρίων της.
Ο Εύφημος παρουσιάζεται ως πρέσβης των Αθηναίων σε λαϊκή συνέλευση της Καμάρινας, πόλεως της Σικελίας, μετά την έναρξη της πολιορκίας των Συρακουσών από το Αθηναϊκό εκστρατευτικό σώμα τον χειμώνα του έτους 415 – 414 π.Χ. Αποστολή του είναι να ζητήσει βοήθεια βάσει της συνθήκης συμμαχίας Αθήνας – Καμάρινας του έτους 427 π.Χ. και να προτείνει ανανέωση αυτής της συνθήκης. Αποτυγχάνει, λόγω: α) της αναξιοπιστίας των Αθηναίων ως συμμάχων, που κατ’ επανάληψη είχαν υποτάξει στο παρελθόν άλλες συμμαχικές πόλεις, ακόμη και φυλετικά συγγενικές με τους ίδιους‧ β) της διάχυτης στη Σικελία υποψίας ότι το Αθηναϊκό εκστρατευτικό σώμα θα επιχειρούσε να υποτάξει όλο το νησί, και δεν θα περιοριζόταν σε επεμβάσεις σε τοπικές συγκρούσεις κατόπιν σχετικών αιτημάτων φιλικών προς την Αθήνα πόλεων (όπως διακήρυσσαν οι στρατηγοί του)‧ και γ) της ανησυχίας των Καμαριναίων για την ασφάλειά τους σε περίπτωση νίκης των Συρακουσίων επί των Αθηναίων. Δεν ήταν δύσκολο να αξιοποιηθούν αυτά τα στοιχεία από τον έμπειρο πολιτικό Ερμοκράτη, ο οποίος μίλησε στην ίδια λαϊκή συνέλευση ως πρέσβης των Συρακουσίων (6,76-80). Γι’ αυτό, ο Θουκυδίδης δεν προσάπτει ανικανότητα στον Εύφημο. Απεναντίας, προικίζει τη δημηγορία του με αρετές διπλωματικού κειμένου διαχρονικής σημασίας.
Η Αθηναϊκή ηγεμονία είχε ήδη χαρακτηρισθεί τυραννίδα επί των συμμαχικών πόλεων από τον Περικλή[1] και τον Κλέωνα[2] σε δημηγορίες τους στην Εκκλησία του δήμου, πριν υιοθετήσει τον χαρακτηρισμό ο Εύφημος. Πρόκειται περί σταδιακής αφαίρεσης ψιμυθίου. Προηγείται η παραδοχή της πραγματικότητας στις εσωτερικές διαβουλεύσεις της ηγεμονίας και έπεται η απροκάλυπτη διακήρυξή της στις διαπραγματεύσεις της εξωτερικής πολιτικής, όταν όλοι έχουν αντιληφθεί τι συμβαίνει κι έχουν ωριμάσει γενικώς οι συνθήκες. Αλλά η δημηγορία του Εύφημου προσθέτει κι άλλη αξία στις δύο προγενέστερες, γιατί αναφέρεται στην ηγεμονία εν γένει (όχι ειδικώς στην Αθηναϊκή) την οποία εικονογραφεί παραλληλίζοντάς την με ἄνδρα τύραννον (όχι αφηρημένα με τυραννίδα) και προσδιορίζοντας την εξωτερική πολιτική της ως πλέγμα ακανόνιστων και ευκαιριακών, προσωπικών εν πολλοίς σχέσεων φιλίας – έχθρας, διαφοροποιούμενων κατά την εκάστοτε εκτίμησή της για τη χρησιμότητα ενός εκάστου ως συμμάχου και, πάντοτε, με έσχατη αναγωγή στο γενικότερο συμφέρον της: «Εδώ λοιπόν, στη Σικελία, το συμφέρον μας υπαγορεύει να μην αποδυναμώσουμε τους φίλους μας, γιατί η ισχύς τους αποδυναμώνει τους εχθρούς μας. Δεν πρέπει να φανείτε δύσπιστοι, Καμαριναίοι, γιατί και με τους άλλους συμμάχους η πολιτική μας προσδιορίζεται ανάλογα με τη χρησιμότητά τους. Αφήνουμε αυτόνομους τους Χίους και τους Μηθυμναίους υπό τον όρο να μας δίνουν πλοία. Στους περισσότερους επιβάλλουμε φόρους και σε κάποιους άλλους, που έχουν καίριες θέσεις γύρω από την Πελοπόννησο, δεν επιβάλλουμε κανένα περιορισμό ελευθερίας, αν και θα ήταν εύκολο να τους υποτάξουμε γιατί είναι νησιώτες. Επομένως, είναι εύλογο να έχουμε αποφασίσει για τη Σικελία μια λυσιτελή για εμάς πολιτική που την καθορίζει, όπως σας λέμε, ο φόβος μας για την έχθρα των Συρακουσίων.» (6,85,2-3).
Η σημαντικότερη, όμως, προσθήκη αξίας προσφέρεται στα χωρία με τις τελευταίες συμβουλές του Εύφημου προς τους Καμαριναίους: «Μη θελήσετε να μας αποτρέψετε, παριστάνοντας τους δικαστές της πολιτικής μας και επιχειρώντας να μας σωφρονίσετε, γιατί αυτό τώρα πια είναι πολύ δύσκολο. Σε όποιο βαθμό εξυπηρετούν και το δικό σας συμφέρον η πολυπραγμοσύνη και η εν γένει συμπεριφορά μας, να τις αξιοποιήσετε. Καταλάβετέ το, αυτά που κάνουμε δεν είναι για όλους επιζήμια. Αντιθέτως, ωφελούν την πλειονότητα των Ελλήνων. Γιατί σε κάθε τόπο, ακόμη κι εκεί όπου δεν είμαστε παρόντες, υπάρχουμε, ως βάσιμη ελπίδα βοήθειας για όποιον φοβάται μήπως αδικηθεί και ως φόβος για όποιον σχεδιάζει να αδικήσει. Χάρη σ’ εμάς ο δεύτερος συνετίζεται παρά τη θέλησή του και ο πρώτος σώζεται χωρίς καμιά δική του προσπάθεια.» (6,87,3-4).
Η σωτηρία χωρίς προσπάθεια –το ἀπραγμόνως σῴζεσθαι κατά τη διατύπωση του Εύφημου– είναι η μεγάλη υπόσχεση της ηγεμονίας στους ανίσχυρους που νιώθουν απειλή, το θεμέλιο της εξωτερικής πολιτικής της. Αυτή η υπόσχεση αρκεί, για να μη δίδεται από τους πιο πολλούς ιδιαίτερη σημασία στον ειλικρινή αυτοχαρακτηρισμό της ως τυραννίδας.
[1] «Τώρα πια είναι αδύνατον να εγκαταλείψετε την ηγεμονία, ακόμη κι αν αυτό μέσα στην εμπόλεμη κατάσταση παρουσιασθεί από κάποιους, λόγω φόβου και διστακτικότητας, σαν πράξη γενναιοφροσύνης. Γιατί η ηγεμονία σας είναι ήδη τυραννίδα, που είναι άδικο να την αποκτήσει κανείς, όπως νομίζουν, αλλά είναι επικίνδυνο να την εγκαταλείψει.» (2,63,2)
[2] “Δεν βιώνετε καθημερινά τον φόβο και την επιβουλή στις σχέσεις μεταξύ σας, κι έτσι νομίζετε ότι όμοια είναι και η σχέση με τους συμμάχους. Δεν κατανοείτε ότι, αν σας φανούν πειστικά τα λόγια τους και κάνετε ένα σφάλμα, ή αν γίνετε ενδοτικοί λόγω οίκτου, θα κινδυνεύσετε και δεν θα κερδίσετε την ευγνωμοσύνη τους∙ ότι η ηγεμονία σας είναι τυραννίδα επί ανθρώπων που δεν τη θέλουν και γι’ αυτό σας επιβουλεύονται, που υπακούουν στις αποφάσεις σας όχι γιατί τους ευεργετείτε ζημιώνοντας τον εαυτό σας, αλλά γιατί έχετε την υπεροχή της ισχύος μάλλον παρά την εύνοιά τους.” (3,37,2)
Ο Κωνσταντίνος Αλ. Πισπιρίγκος είναι Σύμβουλος της Επικρατείας ε.τ. Διετέλεσε μέλος του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 86 του Συντάγματος (2015), πρόεδρος της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Διαιτησίας επί των συλλογικών διαφορών εργασίας (2015) και της Επιτροπής εξέτασης των αιτημάτων των αντιρρησιών συνείδησης (1998 -1999), απεσταλμένος του Συμβουλίου της Ευρώπης (Venice Commission) στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αρμενίας για συνεργασία κατά την εκδίκαση εκλογικών ενστάσεων (1999), μέλος της Επιτροπής Σύνταξης του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (1998) και της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής (1996 -1997). Δίδαξε στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών «Δικονομία της αιτήσεως ακυρώσεως» (2009 -2014). Στον τρίτο διεθνή πανεπιστημιακό διαγωνισμό εικονικής δίκης Ρωμαϊκού Δικαίου (3rd International Roman Law Moot Court Competition) διηύθυνε τη διαδικασία της τελικής αναμέτρησης (27.3.2010). Παλαιότερες νομικές μελέτες του δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά «Το Σύνταγμα» και «Ισοπολιτεία». Οι πιο πρόσφατες, οι οποίες συνδέονται με τα ζητήματα της οικονομικής κρίσης (PSI και Ιδιωτικοποιήσεις μέσω ΤΑΙΠΕΔ) που χειρίσθηκε στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανακοινώθηκαν σε επιστημονικές εκδηλώσεις και δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά «Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου» και «Θεωρία & Πράξη Διοικητικού Δικαίου». Από τις Εκδόσεις Σάκκουλα Α.Ε. (Αθήνα – Θεσσαλονίκη) κυκλοφορούν τα δοκίμιά του «Αντιλήψεις αρχαίων Ελλήνων για τη δικαιοσύνη» (2018) και «Δίκαιο και Πολιτική στις δημηγορίες του Θουκυδίδη» (2020).

 
												