Στις μέρες μας, η υβριδοποίηση δημόσιου και ιδιωτικού, που υποβαθμίζει καθετί δημόσιο, επεκτείνεται διαρκώς σε διάφορα πεδία εντός και εκτός του δικαίου. Οι εθνικοί, οι ευρωπαϊκοί και οι διεθνείς κανόνες δικαίου εργαλειοποιούνται προς όφελος μιας οικονομικής αποτελεσματικότητας που έχει ως επίκεντρο το συμφέρον των ιδιωτών. Οι επιμέρους δημόσιες λειτουργίες τείνουν να τεθούν σε καθεστώς ανεξέλεγκτου ελέγχου από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ισχυρά ιδιωτικά κέντρα εξουσίας που διοικούν τις παγκόσμιου βεληνεκούς ψηφιακές πλατφόρμες επικοινωνίας φτάνουν να διεκδικούν ευθέως τη συντακτική εξουσία. Παράλληλα, το ιδεώδες της αδιαμεσολάβητης σχέσης ανάμεσα στον ηγέτη και στον λαό επανέρχεται και, μεταξύ άλλων, επιτείνει την προϊούσα «ιδιωτικοποίηση της πολιτικής», την οποία είχε επισημάνει πριν από δεκαετίες ο Δ. Τσάτσος. Εξάλλου, καθώς ο σύγχρονος άνθρωπος, ιδίως στη Δύση, εμφανίζει μια ολοένα αυξανόμενη αδυναμία να αναγνωρίσει κάποια αξία σημαντικότερη από τον εαυτό του, εύστοχα ο Κ. Τσουκαλάς κάνει λόγο και για μια «ιδιωτικοποίηση της ηθικής». Στο ίδιο πλαίσιο, χάνουμε σταδιακά ακόμη και την ικανότητά μας να σχεδιάζουμε ένα κοινό μέλλον που υπερβαίνει τις ατομικές μας προσδοκίες. «Η παρακμή των μεγάλων συλλογικών προσδοκιών», έγραψε ο R. Bodei, «τείνει να οδηγήσει σε μια ιδιωτικοποίηση του ίδιου του μέλλοντος και στην κατασκευή εξατομικευμένων, σπιτικών ουτοπιών».

Από τη στιγμή που, ιδίως στη Χώρα μας, σχεδόν κανείς δεν φαίνεται να παίρνει στα σοβαρά τους δημόσιους θεσμούς, οι τελευταίοι μοιάζουν να μην αποτελούν πλέον αξιόπιστο φραγμό στις κυρίαρχες πολιτικές ιδιωτικοποίησης, οι οποίες, άλλωστε, δεν σέβονται συχνά ούτε καν τους κανόνες ορθής λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς. Η αδυναμία των ρητών απαγορευτικών διατάξεων του Συντάγματος να αποθαρρύνουν τα σχέδια ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης δεν αποτελεί το μόνο παράδειγμα. Ούτε η σχετικά πρόσφατη αλλά ήδη παγιωμένη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που απαγορεύει την πλήρη αποκρατικοποίηση των δομών ύδρευσης και αποχέτευσης φαίνεται σε θέση να ματαιώσει τα πολιτικά σχέδια τα οποία, αποκλίνοντας και από τις τάσεις που επικρατούν σήμερα στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, δεν ανέχονται οι παραπάνω δομές να εξακολουθούν να βρίσκονται υπό κρατικό έλεγχο.

Σχολιάζοντας τις αρμοδιότητες της νέας Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, η Αναστασία Πούλου διερωτάται μήπως η σύσταση μιας ρυθμιστικής αρχής υδάτων αποτελεί το πρώτο βήμα του Έλληνα νομοθέτη για τη δημιουργία των προϋποθέσεων μιας νέας προσπάθειας ιδιωτικοποίησης του κοινωνικού αγαθού του νερού.

Στον τομέα του δικαίου των δημόσιων συμβάσεων, το δημόσιο συμφέρον υποχωρεί απέναντι στο ιδιωτικό, καθώς ενισχύονται διαρκώς τα προνόμια των ιδιωτών σε βάρος της υπερέχουσας θέσης των αναθετουσών αρχών. Στο πλαίσιο αυτό, οι προϋποθέσεις σύναψης in house συμβάσεων αυστηροποιούνται, ώστε να διευρύνονται οι περιπτώσεις outsourcing. Στο ίδιο πνεύμα, πολλαπλασιάζονται οι διαδικασίες ανάθεσης που περιλαμβάνουν διαπραγματεύσεις μεταξύ αναθετουσών αρχών και υποψηφίων ή προσφερόντων. Μέσω δε διαφόρων ρυθμίσεων, οι ιδιώτες αποκτούν όλο και πιο καθοριστικό λόγο ως προς τον προσδιορισμό του περιεχομένου και της διαδικασίας ανάθεσης των συμβάσεων.

Ο Βασίλης Τσιγαρίδας και ο Χαράλαμπος Κουρουνδής αναλύουν τον νεοπαγή θεσμό των πρότυπων προτάσεων για έργα υποδομής (Ν. 4903/2022), τονίζοντας ότι αποτυπώνει μία ευρύτερη αλλαγή παραδείγματος, που έγκειται στην ανατροπή της παραδοσιακής σχέσης μεταξύ ιδιωτών και αναθετουσών αρχών κατά την ανάθεση μιας δημόσιας σύμβασης.

Και το ίδιο το Κράτος Δικαίου έχει ιδιωτικοποιηθεί. Η νομολογία των δύο ευρωπαϊκών δικαστηρίων, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξακολουθεί να προάγει προεχόντως μια φορμαλιστική και αμιγώς φιλελεύθερη αντίληψη του Κράτους Δικαίου. Η υποβάθμιση των κοινωνικών αξιών του τελευταίου δεν συρρικνώνει μόνο τη σημασία του, αλλά επιπλέον επηρεάζει την αποτελεσματικότητα της υπεράσπισης και των φιλελεύθερων αξιών του. Άλλωστε, η παραπάνω νομολογία των ευρωπαϊκών δικαστηρίων, καίτοι ιδιαίτερα σημαντική, δεν μοιάζει ικανή να αποτρέψει μόνη της τη διαρκή επανεμφάνιση αντιφιλελεύθερων πολιτικών.

Σχολιάζοντας την απόφαση ΕΔΔΑ, 14.12.2023, M.L. κατά Πολωνίας, η Δάφνη Ακουμιανάκη αναδεικνύει τις δυσχέρειες υπέρβασης της συστημικής κρίσης του Κράτους Δικαίου στην Πολωνία, οι οποίες προκύπτουν, εκτός των άλλων, και από τη δευτερογενή προσβολή των ατομικών δικαιωμάτων που οφείλεται στην υπονόμευση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.

image_pdf
Μετάβαση στο περιεχόμενο